Άρχισα τη ζωή μου ένα χειμωνιάτικο πρωινό Ιανουαρίου σε μια επαρχιακή κωμόπολη της Χίου τα Καρδάμυλα.Η ζωή εκεί διαυγής, τα λόγια «κρυστάλλινα» - με την κυριολεξία του όρου που απονέμεται στην πήξη του νερού όταν η θερμοκρασία κατέβει πολύ χαμηλά - γεμάτα σιγουριά, γεμάτα αυτοπεποίθηση από το αλάνθαστο - αφού δεν είχαν άδικο για τίποτα και αφού οι μάταιες αναταραχές της επιφάνειας δεν πρέπει να μας κρύβουν τη νεκρική ηρεμία του βυθού, που είναι της μοίρας μας γραφτό-.
Οι γονείς μου δύο άνθρωποι του μόχθου. Ο καθένας από τη δική του πλευρά, αφού ο πατέρας γόνος μιας οικογένειας ποιμένων, ακολούθησε το κοινωνικό προτσές, που ήθελε τη γενιά του ναυτικούς, και έγινε μηχανικός στα πλοία παλεύοντας με τα κύματα, ενώ η μητέρα με μια πληγή στην πλάτη από τη Μικρασιατική καταστροφή - ο πατέρας της χάθηκε στα βάθη της Ασίας - έμεινε πάντα με την απορία γιατί η εποχή της δεν της επέτρεψε να σπουδάσει, και που παρ’ όλα αυτά ασχολήθηκε με το διάβασμα ,ούσα φιλομαθής, με μια τρομερή έφεση στην περιστασιακή στιχοπλοκή, με μια πολύ καλή βιβλιοθήκη η οποία πολλές φορές με τραβούσε να δραπετεύσω εκεί και να χάνομαι μέσα στις σελίδες και τις λέξεις των βιβλίων.
Τα πρώτα γράμματα από ένα δάσκαλο απλό, ανθρώπινο, γήινο υπερβολικά, Πλατωνικό, που πήγαινε από τη γνώση στο αντικείμενο και έβρισκε στην ιδέα περισσότερη πραγματικότητα, από όση στο αντικείμενό της, πρώτα γιατί η ιδέα που δινόταν εύκολα και ύστερα γιατί του δινόταν σαν αντικείμενο.Μας έσπρωξε στα βιβλία για να συναντήσουμε έναν κόσμο αφομοιωμένο, ταξινομημένο, δομημένο, κάθε τί με την ετικέτα του, στοχασμένο και ακόμα τρομερό με αποτέλεσμα να συγχέω - τότε - άτακτα τις Βιβλικές μορφές της Παλαιάς Διαθήκης με τις ουρανοδρόμες μορφές της μυθολογίας και των ομηρικών επών - στα πρώτα χρόνια της Α΄/θμιας Εκπαίδευσης - και μετά στις επόμενες τάξεις του Δημοτικού, τη λευκή γενειάδα του Πατρός και τη θυσία του Υιού, με την ακατάστατη πορεία των πραγματικών γεγονότων, που είχαν ξεκινήσει να μας κατακλύζουν τότε, με τη χούντα των συνταγματαρχών. Από εκεί έχει προκύψει ο ιδεαλισμός μου που νομίζω ότι δεν έχω καταφέρει να τον πετάξω από πάνω μου.
Η περίοδος του Γυμνασίου Λυκείου πέρασε μέσα σε ένα αυταρχικό δασκαλο-κεντρικό σύστημα εκπαίδευσης και διαπαιδαγώγησης αφού τα πέτρινα εκείνα χρόνια ήταν δύσκολα χρόνια, για μαθητές και καθηγητές, που είχαν αντιμετωπίσουν εκτός από τις προσωπικές τους αναζητήσεις και ένα αυταρχικό εκπαιδευτικό σύστημα. Η χρονική περίοδος λοιπόν του 70-76 πέρασε και για μένα με δυσκολία ισορροπώντας μεταξύ σφύρας και άκμονος, μεταξύ πρέπει και γιατί, με ένα σωρό ερωτηματικά για την δόμηση της κοσμοθεωρίας μου να μένουν αναπάντητα η να απαντώνται επί ξηρού ακμής, ψιθυριστά και με εχεμύθεια!
Το έτος 1976 εισάγομε στη Παιδαγωγική Σχολή ΑΣΕΤΕΜ/ΣΕΛΕΤΕ στο τμήμα των Πολιτικών Μηχανικών και ξεκινώ τις σπουδές μου και τη μόρφωσή μου σε ένα κόσμο που έβραζε από ιδέες, όνειρα, υποσχέσεις. Πιστεύοντας από τότε ότι η « αλλαγή » επέρχεται εκ των ένδον για τον καθένα μας, στην αισθητική αναβάθμιση του προσωπικού λόγου και τον καλαισθητικών αναζητήσεων μας, αλλά παράλληλα ενστερνιζόμενος τις απόψεις για ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, ανάπτυξη συλλογικής συμπεριφοράς, αναγνώριση της εργασίας σαν ουσιωδέστατης μορφοποιού ενέργειας σημαντικότατης για τις ποιοτικές αλλαγές, που η αγωγή με την εργασιακή δραστηριοποίηση επιφέρει συνδέοντας το διδακτικό έργο με την παραγωγική εργασία σύμφωνα με τις αρχές του Marx απέρριψα από τότε παντελώς το πρότυπο του δασκαλο- κεντρικού συστήματος. Έτσι στις υποχρεωτικές διδασκαλίες - παραστάσεις που έπρεπε να γίνουν στη Σχολή λειτούργησα με ένα Φύλλο Έργου πολύ καινοτόμο - όπως σχολιάσθηκε - για τότε, βάζοντας τους μαθητές στην διαδικασία του μαθήματος με ένα παραγωγικό παιχνίδι
Τελείωσα τη σχολή δεύτερος και μπήκα χωρίς εξετάσεις στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο που παρακολούθησα δύο χρόνια και μετά διέκοψα γιατί εν τω μεταξύ είχα περάσει και στο Μαθηματικό Τμήμα του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ήταν η περίοδος που ασχολήθηκα με το Φροντιστήριο,για να μπορώ να καλύπτω τα έξοδά μου με προοπτική τελειώνοντας τη Σχολή να ασχοληθώ με τα Φροντιστήρια.Όμως ο τρόπος διδασκαλίας, το καθαρά δασκαλο-κεντρικό σύστημα που έπρεπε να εφαρμόσω, η επιβολή της προσοχής με οποιονδήποτε τρόπο στους μαθητές, η Φιλοσοφία του εξωσχολικού τρόπου μάθησης και της παραπαιδείας, του εκπαιδευτικού αυτού συστήματος ήταν αντίθετα με την κοσμοθεωρία που είχα σχηματίσει και εγκατέλειψα την ιδέα των φροντιστηριακών μαθημάτων και επομένως και του Φροντιστηρίου.
Απεναντίας εργάστηκα για μια δεκαετία σαν ελεύθερος επαγγελματίας - Πολιτικός Μηχανικός - προσπαθώντας μέσα από τα έργα μου σε αισθητική αναβάθμιση του χώρου με κάποιες διαχρονικές κατασκευές, που δεν θα δημιουργούσαν μελλοντικά προβλήματα στο περιβάλλον και στους πελάτες μου. Το 1989 διορίστηκα εκπαιδευτικός! Έχοντας στο sac voyage μου εκτός από τις γνώσεις μου, μια κοσμοθεωρία που έλεγε: καλυτέρευση εκ των ένδον, αισθητική του λόγου, καλαίσθητη συμπεριφορά και αγάπη προς το λειτούργημά του εκπαιδευτικού και τους μαθητές μπήκα στην τάξη.
Μέσα από τις γνώσεις μου, τη συμπεριφορά μου, την προσωπικότητά μου, την αυτοκριτική μου, την κάλυψη και πιστή εφαρμογή του αναλυτικού προγράμματος προχωρούσα ευχάριστα και σταθερά.
Έτσι ακροβατώντας στα επόμενα χρόνια άρχισα να δίνω περισσότερη ανεξαρτησία στο μάθημά μου πηγαίνοντας σιγά – σιγά, χρόνο το χρόνο,στην «ανεξάρτητη μάθηση». Η διδασκαλία μου προσπάθησα να γίνει μια βοήθεια για μάθηση. Πειραματίστηκα με τις κρίσεις των μαθητών μέσα από πληροφοριακά στοιχεία που τους δίνονταν.Έτσι σε μαθήματα όπως «το Σχέδιο», «Η Μηχανική», ή «Το περιβάλλον και κατασκευές» οι μαθητές έβρισκαν θέματα σχεδίασης, ή θέματα που αφορούσαν το περιβάλλον ή τις κατασκευές. Όμως αυτή η διαδικασία της διδασκαλίας αρκετά σύντομα διαπίστωσα ότι είχε και τα προβλήματα της αφού όλοι οι μαθητές δεν ήταν αποτελεσματικοί λήπτες αποφάσεων, είτε λόγω αδυναμίας, είτε λόγω αδιαφορίας.Η διαδικασία της μάθησης με τον τρόπο αυτό αυτονομημένη,
Θεωρώντας ότι ο σωστός εκπαιδευτικός πρέπει να λειτουργεί με αυτή την προοπτική της δημιουργίας ατόμων με γνώση αλλά και δράση, με παιδεία αλλά και συμμετοχή βρίσκομαι σήμερα σαν εκπαιδευτικός στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα.
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω και οραματιζόμενος την εκπαίδευση για την κοινωνία θα ήθελα να γράψω ότι η καλυτέρευση στην παιδεία προέρχεται εκ των ένδον. Η συστηματική παιδεία, που μπορεί να μεταβληθεί με Πολιτική δύναμη, με παιδαγωγικά προγράμματα,(όχι άκαρπος ακτιβισμός ή ρηχός βερμπαλισμός) δεν μπορεί να γίνει «η Λυδία λίθος» αν δεν υπάρχει η ένθερμη υποστήριξη των εκπαιδευτικών για προσωπική μας καλυτέρευση, επιμόρφωση, βαθυσπούδαστη ενδοσκόπηση κι αγάπη για την παιδεία και τους μαθητές. Η αφ’ υψηλού διδασκαλία και καθοδήγηση, χωρίς βαθιά πίστη κι ενδοσκόπηση, είναι υποκρισία. Η «κουλτούρα της σιωπής» δεν είναι το μέσον ,η οδός, για κάθε πραγματική αγωγή. Η βαθιά αγάπη η αφοσίωση στον άνθρωπο - μαθητή, βασίζεται στην πίστη, πως ο λαός έχει ουσιαστική δύναμη κι ελπίδα στον κριτικό στοχασμό. Το πρώτο όμως και θεμελιακό κίνητρο είναι η αγάπη.
Αν λοιπόν δεν καταφέρουμε σαν εκπαιδευτικοί να αγαπήσουμε την εκπαιδευτική διαδικασία, αν σαν εκπαιδευτικός, είμαι ανήμπορος να αναπτύξω την ικανότητά μου για αγάπη με ωριμότητα, αυτογνωσία και θάρρος, με διόραση και κατανόηση για την ανθρώπινη ύπαρξη (μαθητές) πρώτα, και για το αντικείμενο που θα τους μεταδώσω (μάθηση) ύστερα, δεν θα μπορέσω ποτέ να προσδιορίσω το διδακτικό μου έργο.
«Κράτησα τη ζωή μου
στο αριστερό σου χέρι
μιαν αυγή…
μια χαρακιά πάνω στο χιόνι!...»